Μολδαβός

Μολδαβός
ο, θηλ. Μολδαβή
ο κάτοικος τής Μολδαβίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Μόλδαβος — Μόλδαβος, ὁ (Μ) ο κάτοικος τής Μολδαβίας, ο Μολδαβός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. Μoldavo] …   Dictionary of Greek

  • Μολδάβιος — ο (Μ Μολδάβιος) ο κάτοικος τής Μολδαβίας, ο Μολδαβός …   Dictionary of Greek

  • Μολδοβάνος — Μολδοβάνος, ὁ (Μ) ο κάτοικος τής Μολδαβίας, ο Μολδαβός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ρουμ. Μoldovean] …   Dictionary of Greek

  • Μπογδάνος — το (Μ Μπογδάνος) ο κάτοικος τής Μολδαβίας, Μολδαβός. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. Boğdan] …   Dictionary of Greek

  • Βαρλαάμ — I (Varlaam, 1595 1657). Μολδαβός ιεράρχης. Απόγονος βογιάρων της Μολδαβίας, διετέλεσε μοναχός στη μονή Σέκου. Αργότερα, χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης και ανέλαβε αποστολή στο Κίεβο και στη Μόσχα. Ως μητροπολίτης Μολδαβίας πήρε μέρος στις εργασίες… …   Dictionary of Greek

  • Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”